alone+in+a+category Griego
4 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
común
🇪🇸 Es el único en su categoría
🇬🇷 Είναι ο μόνος στην κατηγορία του
🇪🇸 She is alone in her category
🇬🇷 Είναι μόνη στην κατηγορία της
|
formal | |
|
raro
🇪🇸 He is unique in his category
🇬🇷 Είναι μοναδικός στη κατηγορία του
🇪🇸 This book is alone in its category
🇬🇷 Αυτό το βιβλίο είναι μοναδικό στη κατηγορία του
|
literario | |
|
común
🇪🇸 She is alone in her category
🇬🇷 Είναι μόνη της στην κατηγορία της
🇪🇸 He was alone in his category
🇬🇷 Ήταν μόνος στην κατηγορία του
|
uso cotidiano | |
|
formal
🇪🇸 This species is alone in its category
🇬🇷 Αυτό το είδος είναι μόνο του στην κατηγορία του
🇪🇸 The specimen is alone in its category
🇬🇷 Το δείγμα είναι μοναδικό στην κατηγορία του
|
científico |