hoʻihoʻi Griego
4 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
común
🇪🇸 Él hoʻihoʻi la situación
🇬🇷 Αυτός αντιστρέφει την κατάσταση
🇪🇸 Debemos hoʻihoʻi los cambios
🇬🇷 Πρέπει να αναστρέψουμε τις αλλαγές
|
formal | |
|
común
🇪🇸 Voy a hoʻihoʻi a casa
🇬🇷 Πηγαίνω στο σπίτι
🇪🇸 ¿Puedes hoʻihoʻi la biblioteca?
🇬🇷 Μπορείς να επιστρέψεις στη βιβλιοθήκη;
|
uso cotidiano | |
|
informal
🇪🇸 Él hoʻihoʻi en sus decisiones
🇬🇷 Αυτός παραιτείται από τις αποφάσεις του
🇪🇸 No quiero hoʻihoʻi a esa situación
🇬🇷 Δεν θέλω να επιστρέψω σε αυτή την κατάσταση
|
coloquial | |
|
formal
🇪🇸 El sistema puede hoʻihoʻi a su estado original
🇬🇷 Το σύστημα μπορεί να επαναφέρει στην αρχική του κατάσταση
🇪🇸 Se necesita hoʻihoʻi los cambios en el código
🇬🇷 Χρειάζεται να αναστρέψουμε τις αλλαγές στον κώδικα
|
técnico |