βραχιόλι Griego
2 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
común
🇪🇸 Ella compró un βραχιόλι de plata.
🇬🇷 Αγόρασε ένα ασημένιο βραχιόλι.
🇪🇸 Me gusta tu βραχιόλι nuevo.
🇬🇷 Μου αρέσει το καινούριο σου βραχιόλι.
|
uso cotidiano | |
|
formal
🇪🇸 El guerrero llevaba un περιβραχιόνιο de cuero.
🇬🇷 Ο πολεμιστής φορούσε ένα δερμάτινο περιβραχιόνιο.
🇪🇸 El museo exhibe un περιβραχιόνιο antiguo.
🇬🇷 Το μουσείο εκθέτει ένα αρχαίο περιβραχιόνιο.
|
formal |