päätellä Griego

3 traducciones
Traducción Contexto Audio
común
🇪🇸 Puedo päätellä que no vendrás hoy.
🇬🇷 Μπορώ να συμπεράνω ότι δεν θα έρθεις σήμερα.
🇪🇸 De sus palabras, podemos päätellä que está molesto.
🇬🇷 Από τα λόγια του, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι είναι αναστατωμένος.
lengua estándar
formal
🇪🇸 Con base en los datos, podemos päätellä que la hipótesis es correcta.
🇬🇷 Με βάση τα δεδομένα, μπορούμε να εξάγουμε το συμπέρασμα ότι η υπόθεση είναι σωστή.
🇪🇸 El juez podrá päätellä la intención del acusado.
🇬🇷 Ο δικαστής θα μπορεί να εξάγει συμπέρασμα για την πρόθεση του κατηγορούμενου.
formal
formal
🇪🇸 Päätellen por los resultados, la teoría es válida.
🇬🇷 Συμπερασματικά από τα αποτελέσματα, η θεωρία είναι έγκυρη.
🇪🇸 Päätellen por el análisis, la propuesta es sólida.
🇬🇷 Συμπερασματικά από την ανάλυση, η πρόταση είναι ισχυρή.
académico